ΘΑ ΔΕΧΘΟΥΜΕ, ΤΕΛΙΚΑ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΕ;

ΘΑ ΔΕΧΘΟΥΜΕ, ΤΕΛΙΚΑ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΕ;
Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
ΑΝΤΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ Ε.Α.

ΘΑ ΔΕΧΘΟΥΜΕ, ΤΕΛΙΚΑ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΕ;

Γράφει ο Γεώργιος Επιτήδειος Αντγος ε.α.

Από της ιδρύσεως της ΕΕ, η Αρχή της Ομοφωνίας στην λήψη των αποφάσεων, απετέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της λειτουργίας της. Τούτο διότι, επειδή οι αποφάσεις που λαμβάνονται αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων όλων των κρατών μελών, και θα εφαρμόζονται από όλα, είναι λογικό να τυγχάνουν της καθολικής συναινέσεως. Όσο η ΕΕ παρέμενε μία Οικονομική Ένωση, η ομοφωνία δεν ήταν δύσκολο να επιτευχθεί. Οι αποφάσεις ελαμβάνοντο σε θέματα που είχαν οικονομικό χαρακτήρα καί οι χώρες διέθεταν, το ίδιο περίπου, επίπεδο οικονομίας.

Με την διεύρυνση όμως της ΕΕ, το 2004, εντάχθηκαν κράτη τα οποία, με εξαίρεση την Κύπρο, απείχαν πολύ από του να πληρούν τα προβλεπόμενα για την εισδοχή τους οικονομικά κριτήρια. Η απόφαση της διευρύνσεως ήταν πολιτική και η ΕΕ μετατράπηκε από οικονομική σε πολιτική ένωση, με ηγέτιδα και τοποτηρητή των ΗΠΑ, την Γερμανία. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο να συγκρούονται όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά, κυρίως, τα πολιτικά και τα εθνικά συμφέροντα των κρατών μελών, οπότε η επίτευξη της ομοφωνίας δεν ήταν εύκολη. Έπρεπε να περάσει μέσα από διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις. Αυτό ήταν αναγκαίο διότι κάθε κράτος έχει το δικαίωμα της χρήσεως του δικαιώματος της αρνησικυρίας (βέτο), προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντά του. Στο πλαίσιο αυτό, η Γερμανία, θέλοντας να διατηρήσει τον κυριαρχία της, επιδιώκει να καταργήσει την Αρχή της Ομοφωνίας και να την αντικαταστήσει με την Αρχή της Ενισχυμένης Πλειοψηφίας. Εάν το επιτύχει, θα αλλάξει πλήρως η παρούσα μορφή της ΕΕ που αποτελείται από ανεξάρτητα και ισότιμα κράτη και θα δημιουργηθεί η λεγομένη Ευρώπη των παράξενων συμμαχιών και των πολλών ταχυτήτων. Τα περισσότερα, αν όχι όλα, από τα μικρά κράτη- μέλη της ΕΕ θα μεταβληθούν σε δορυφόρους των ισχυρών κρατών και ο ρόλος τους θα περιορισθεί στον ρόλο του απλού ψηφοφόρου, ο οποίος δεν θα έχει την δυνατότητα να υποστηρίξει τα εθνικά του συμφέροντα, αλλά, θα είναι υποχρεωμένος να εκλιπαρεί τους ισχυρούς της Ενώσεως να ικανοποιούν κάποιες από τίς πολλές και αυτονόητες ανάγκες και συμφέροντά του, με αντάλλαγμα την πλήρη υποτέλειά του.

Επειδή η επιθυμία των ισχυρών κρατών είναι η κατάργηση της Αρχής της Ομοφωνίας στην διαδικασία της λήψεως των αποφάσεων της ΕΕ, εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία προκειμένου να φέρουν στην επιφάνεια το σοβαρό αυτό ζήτημα ώστε να επιβάλουν την θέλησή τους . Η πιο πρόσφατη αναμόχλευση έγινε στις 4 Μαΐου, όταν ο Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, με αφορμή τις εξελίξεις στον πόλεμο της Ουκρανίας, είπε σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «Πρέπει να ξεπεράσουμε την αρχή της ομοφωνίας και να προχωρήσουμε σε αποφάσεις που λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία». Την σκυτάλη παρέλαβε ο Βέλγος Ευρωβουλευτής Γκι Φερχόφστατ (τέως Πρόεδρος της Ομάδος των Φιλελευθέρων στο Ευρωκοινοβούλιο και νυν Υπεύθυνος της Διασκέψεως για το μέλλον της Ευρώπης), δηλώνοντας πως θα κάνει σχετική πρόταση, με το αιτιολογικό ότι, λόγω της Ομοφωνίας, η ΕΕ ενεργεί ελάχιστα και πολύ αργά. Επί πολλά χρόνια, η μη αποκρυπτομένη, πλέον, επιδίωξη του ηγετικού κύκλου της ΕΕ, είναι ο περιορισμός, ή και η κατάργηση πολλών από τις ατομικές ελευθερίες των Ευρωπαίων πολιτών, που θα επιτευχθεί με αποφάσεις οι οποίες θα ελέγχονται και θα επιβάλλονται με δημοκρατικό, φαινομενικά, τρόπο. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος ότι με τον τρόπο αυτόν θα καταργηθεί η εθνική κυριαρχία και η ελευθερία της βουλήσεως των πολιτών των χωρών. Εάν κάποιος πολιτικός δεν είναι αρεστός στο «Ιερατείο» της ΕΕ, θα είναι πολύ δύσκολο να εκλεγεί Πρωθυπουργός ή Πρόεδρος της χώρας του. Ακόμη και αν ο λαός του δώσει την απαιτουμένη πλειοψηφία, θα είναι, καθ’ όλη την διάρκεια της θητείας του, το «μαύρο πρόβατο» της ΕΕ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα συμφέροντα του κράτους του.

Επιβάλλεται συνεπώς να εξασφαλισθεί η διατήρηση της Αρχής της Ομοφωνίας στην λήψη των αποφάσεων της ΕΕ. Δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρισθεί η Αρχή της Ομοφωνίας, ως το «πυρηνικό όπλο» των μικρών, κυρίως, κρατών, για την προστασία των εθνικών τους συμφερόντων. Η διατήρησή του, θα υποχρεώσει την ΕΕ να υιοθετήσει πολιτική συνεργασίας η οποία, θα εξασφαλίζει τα συμφέροντα όλων των κρατών μελών, στα πλαίσια της εξυπηρετήσεως των συμφερόντων της Ενώσεως.

Χαρακτηριστικές επί του θέματος είναι οι δηλώσεις του πρωθυπουργού της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέσκι: «Το βέτο είναι η βαλβίδα ασφαλείας, χωρίς την οποία δεν είναι δυνατόν να υπάρχει Ευρωπαϊκή Ένωση. Χωρίς αυτό θα υπάρχει κυριαρχία των ισχυρών. Το βέτο εξυπηρετεί την αναζήτηση ενός συμβιβασμού και προστατεύει τους αδυνάτους από την κυριαρχία των ισχυρών». Πρέπει, όμως, να θεωρείται δεδομένο ότι τα ισχυρά κράτη, θα προσπαθούν πάντοτε, είτε να καταργήσουν την Αρχή της Ομοφωνίας, είτε να την παρακάμψουν. Το ευτύχημα είναι ότι η κατάργηση της Αρχής της Ομοφωνίας, απαιτεί και αυτή ομοφωνία, οπότε, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί. Πιθανή κατάργηση της Αρχής της Ομοφωνίας, θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την διατήρηση της ενότητος της ΕΕ, διότι, τα μικρά τουλάχιστον κράτη, θα αντιδράσουν, πιεζόμενα από τις κοινωνίες τους που δεν θα δεχθούν να μεταβληθούν σε παρίες μίας Ενώσεως ισοτίμων, υποτίθεται, χωρών.

Σε ότι αφορά την χώρα μας, δεν είναι υπερβολή να ισχυρισθούμε ότι, η ύπαρξη της δυνατότητος του βέτο στο οπλοστάσιό της, είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την επιβίωσή της. Έχει γίνει πλέον σαφές, ότι, παρά την επιθετικότητα, την προκλητικότητα και τις πολλές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από την Τουρκία, η ΕΕ δεν προτίθεται να της επιβάλει σκληρές κυρώσεις. Ακόμη και όταν η Τουρκία προβάλει την αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας μας, την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών και ανακοινώνει πομπωδώς την «Γαλάζια Πατρίδα», οι αντιδράσεις των περισσοτέρων χωρών είναι από αδιάφορες έως υποτονικές, ενώ οι υπερατλαντικοί φίλοι μας, μας υποδεικνύουν, με κάθε επισημότητα, «να τα βρούμε με την Τουρκία», επιλύοντας το πρόβλημα που δημιουργείται με τις «αμφισβητούμενες περιοχές».

Δεν χρειάζεται, συνεπώς, να καταναλώσει κάποιος μεγάλο ποσόν φαιάς ουσίας, προκειμένου να αντιληφθεί τι θα συνέβαινε εάν δεν διαθέταμε το όπλο της αρνησικυρίας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Με βάση τα παραπάνω, εκτιμώντας καλόπιστα, θέλω να πιστεύω πως δεν θα βρεθεί ελληνική κυβέρνηση η οποία, όσες πιέσεις και αν δεχθεί, θα διανοηθεί, να διαπράξει το έγκλημα, να συναινέσει στην υποστήριξη της προτάσεως για κατάργηση, της Αρχής της Ομοφωνίας στην λήψη των αποφάσεων της ΕΕ.