Οι 300 Ευέλπιδες στη Μάχη της Κρήτης

Οι 300 Ευέλπιδες στη Μάχη της Κρήτης
Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟΣ Ε.Α.

ΟΙ 300 ΕΥΕΛΠΙΔΕΣ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ 

(Μάϊος 1941)

 

   Γράφει ο Yπτγος ε. α. Χρίστος Φαραντάτος

   Τις ημέρες αυτές συμπληρώνονται 81 χρόνια από την επική και μοναδική στα στρατιωτικά χρονικά μάχη της Κρήτης (20–29 Μαΐου 1941) κατά τον Β΄Π.Π. (1939–1945). Η μάχη αυτή αποτελεί κορύφωμα αυτοθυσίας και ηρωϊσμού δι’ όλους τους μετασχόντες, Έλληνες και συμμάχους, αλλά και διά τους Γερμανούς, οι οποίοι υπερέβαλαν εαυτούς εν τη εκτελέσει της αποστολής των.

   Μετά την είσοδον των Γερμανών στην πρωτεύουσα της Ελλάδος (27/4), ο αγών συνεχίσθη στην ηρωϊκή νήσον Κρήτη, όπου μετεστάθμευσε υπό δραματικές συνθήκες (23/4) η Ελληνική Κυβέρνσις υπό τον Πρωθυπουργόν Εμμ. Τσουδερόν (1882–1956) και τον Βασιλέα Γεώργιον Β΄(1890–1947) μεθ’ όλης της βασιλικής οικογενείας.

   Η αιωνία Ελλάς δεν κατέθεσε τα όπλα, συνέχισε τον αγώνα μέχρι της τελικής νίκης. Διθύραμβοι και έπαινοι εγράφησαν από ολόκληρον την οικουμένην διά την μαχομένην Πατρίδα μας. Η γιγαντομαχία της Κρήτης υπήρξε το κορύφωμα της ελληνικής προσφοράς. Επολεμήσαμε μέχρι θανάτου με χέρια και με δόντια για την τιμή, την ελευθερία και την αξιοπρέπειά μας, αλλά και για τη δόξα μας! Ήταν πράγματι πράξις χρέους, τιμής και καθήκοντος.

   Στις αρχές του Οκτωβρίου του 1940 εισήλθαν στην Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) οι επιτυχόντες στις εξετάσεις πρωτοετείς μαθητές (η μετέπειτα τάξις 1943), με την έναρξη δε του Πολέμου (28/10/1940), οι μεν Ευέλπιδες της ΙΙ και ΙΙΙ τάξεως ανεχώρησαν ως διμοιρίτες διά το μέτωπον, οι δε νεοεισελθόντες πρωτοετείς διετάχθησαν να μεταβούν στα σπίτια τους. Ήδη όμως ηκούσθησαν κραυγές για να μεταβούν στην Κρήτη και να συμβάλουν στον άπελπι αγώνα του Έθνους. Μετ’ ολίγες ημέρες ανεκλήθησαν και πάλιν εις την Σχολήν, διά να μετάσχουν σε μίαν εκπαίδευσιν, ώστε να χρησιμοποιηθούν στην πρωτεύουσα σε αστυνομικά καθήκοντα ως όργανα τηρήσεως της τάξεως.

   Τότε οι νεοσσοί αυτοί Σπαρτιάτες συγκεντρωθέντες στην πλατείαν Ηρώου με την Σημαίαν της Σχολής απεφάσισαν με μια φωνή, με μια ψυχή να μεταβούν στην Κρήτη, αγνοήσαντες τις διαταγές των προϊσταμένων τους. Επιτάξαντες οχήματα έφθασαν μετά μυρίων κινδύνων στο Γύθειο και εκείθεν με πλοιάρια στην Κρήτη, όπου εγκαταστάθησαν στη Μονή της Γωνιάς στο Κολυμπάρι Κισσάμου Χανίων (29 Απρ.). Η Μονή είναι αφιερωμένη εις την Παναγίαν την Οδηγήτριαν, η δε στρατηγός του Γένους έθεσε τους γενναίους Ευέλπιδες υπό την κραταιάν σκέπην της.

   Στις 20 Μαΐου οι Γερμανοί κατέλαβαν το αεροδρόμιο του Μάλεμε και στη συνέχεια επετέθησαν στο στρατόπεδο της Σχολής, όπου έλαβαν οι Ευέλπιδες το βάπτισμα του πυρός. Εκείθεν μετεστάθμευσαν και επολέμησαν γενναίως σ’ ολόκληρη την Κρήτην: ΣΠΗΛΙΑ ΓΡΙΜΠΙΑΝΑ – ΟΜΑΛΟΝ – ΜΕΣΑΛΑ – ΘΕΡΙΣΟΝ (25/5) και ΑΥΧΕΝΑ ΣΦΑΚΙΩΝ (29/5), όπου απετέλεσαν το μοναδικόν ένοπλο στρατιωτικό μαχόμενο τμήμα της Κρήτης.

   Δόξα και τιμή στους ήρωες Ευέλπιδες, εκ των οποίων εφονεύθησαν 10, ο δε εύελπις Κωστόπουλος Πέτρος που κατέβασε την Γερμανική Σημαία και εφόνευσε τους 4 Γερμανούς σημαιοφόρους, ετυφεκίσθη από τους Γερμανούς το 1942 στη Μυτιλήνη, συλληφθείς στην προσπάθειά του να διαφύγει στη Μ. Ανατολή μέσω Τουρκίας.

   Την 21η Μαΐου 1971 εστήθη μεγαλοπρεπές μνημείον στο Κολυμπάρι διά τους ενδόξως και ευκλεώς πεσόντες Ευέλπιδες με την επιγραφήν: «ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΝΤΕΣ ΕΥΕΛΠΙΔΕΣ, ΑΓΩΝΑ ΤΟΝ ΚΑΛΟΝ ΗΓΩΝΙΣΑΝΤΟ ΤΗΔΕ» .

   Η ανεκτίμητος και θεμελιώδης προσφορά της μικρής Ελλάδος στον Β΄Π.Π. είχε αποφασιστική επίδραση στην έκβαση του πολέμου, όπως παγκοσμίως εγκωμιάσθη και εξυμνήθη, από εχθρούς και συμμάχους.

   Όταν η Ελλάς έδιδε τον επτάμηνον επικόν της αγώνα κατά του Άξονος, η Μ. Βρεταννία επολέμα μόνη άνευ συμμάχων. Οι υποσχέσεις της ελησμονήθησαν, όπως μαρτυρούν ακόμη οι καταστάσεις που επικρατούν σήμερα τόσον στην Β. Ήπειρον, όσο και στη μαρτυρική Κύπρο μας. Η αγνωμοσύνη σ’ όλη της την μεγαλοπρέπεια!!!

Το εθνικόν σάλπισμα των 300 πρωτοετών Ευελπίδων του 1941 ας αντηχήσει στις καρδιές όλων μας.

«Ὦ Γνήσια τῆς Ἑλλάδος Τέκνα

ψυχαί πού ἐπέσατε εἰς τόν ἀγώνα ἀνδρείως

Τάγμα ἐκλεκτῶν ἡρώων, καύχημα νέον»!

(Α. Κάλβος 1792–1809)