Ο ενεργειακός πόλεμος στη σκακιέρα της Ανατ. Μεσογείου
Γράφει ο Υπτγος ε.α. Γιώργος Γκορέζης, αρθρογράφος, συγγραφέας
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η εξ’ αυτού ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης και η ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία περιέπλεξαν την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Κύπρος και Ελλάδα αποτελούν το επίκεντρο σε επανατοποθετήσεις και διαφοροποιήσεις, σ΄ ότι αφορά την συμμετοχή τους στην ενεργειακή επάρκεια και τον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης. Η νέα πραγματικότητα σηματοδοτεί μια νέα εποχή και ο καθένας κάνει σχέδια για τον ρόλο που θα διαδραματίσει μετά το τέλος του πολέμου.
Η Τουρκία προσεγγίζει το Ισραήλ και την Αίγυπτο και προσπαθεί να εξομαλύνει τις εκατέρωθεν σχέσεις για να γίνει κρίκος της ενεργειακής αλυσίδας στη περιοχή. Ενώ η Λευκωσία, που παραμένει θιασώτης του τριπλού μοντέλου Κύπρου, Ελλάδος, Ισραήλ, και Κύπρου, Αιγύπτου, Ελλάδος παρακολουθεί στενά την τουρκική προσέγγιση προς το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Σ’ αυτό το πλαίσιο ο πρόεδρος Nikos Anastasiades στέλνει μήνυμα στη Τουρκία ότι η Κύπρος είναι ανοικτή σε συζήτηση για Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟZ) για τις δύο χώρες, στη περίπτωση που η Άγκυρα αναγνωρίσει τη Κύπρο. Υπ’ αυτές τις περιστάσεις η Κύπρος αναλαμβάνει να λύσει την παλαιά διχογνωμία με το Ισραήλ σχετικά με τα αποθέματα αερίου των τεμαχίων Aphrodite και Υishai . Το πρόβλημα συνίσταται στο ότι το τεμάχιο Aphrodite επεκτείνεται μέσα στο τεμάχιο Yishai, και αυτό ενδυναμώνει τις σχέσεις των κρατών. Από την πλευρά του ο Λιβανός υπουργός εξωτερικών Abdallah Bou Habib επισκέφθηκε εσχάτως τη Κύπρο, όπου συνάντησε τον ομόλογο του Ioannis Kasoulides και αμφότεροι εκδήλωσαν ετοιμότητα για συνεργασία στον ενεργειακό τομέα.
Συμπερασματικά η Ανατολική Μεσόγειος εύκολα θα μπορούσε να εισέλθει σ’ ένα νέο κύκλο έντασης, αφού επικρατεί η αβεβαιότητα στις σχέσεις μεταξύ των κρατών. Η Τουρκία διατηρεί μια σημαντική στρατιωτική δύναμη στη Κύπρο, μεγέθους Σώματος Στρατού, και δεδομένου ότι μέρος της Κύπρου παραμένει υπό τουρκική κατοχή και τουρκικά στρατεύματα είναι σταθμευμένα στην Νήσο, η Κύπρος αντιμετωπίζει μία απ’ ευθείας απειλή για την εθνική της ασφάλεια και κυριαρχία.
Στην Ελλάδα ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε στο προσκήνιο το θέμα της ενεργειακής επάρκειας της χώρας και διαπιστώθηκε ότι μπορεί να ανταπεξέλθει στην ανάγκη των καιρών για ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανήγγειλε ότι η χώρα επιταχύνει τις προσπάθειες για την αξιοποίηση των ενεργειακών αποθεμάτων στο έδαφος της σ’ ότι αφορά το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, με έρευνες στη θάλασσα και την ξηρά, φυσικά Δυτικά και Νοτιοδυτικά της χώρας, μακριά από τα Ανατολικά σύνορα με την Τουρκία. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν είναι βέβαιος ότι η έρευνα για τα ενεργειακά αποθέματα μπορεί να είναι ειρηνική, από τότε που η Τουρκία απαιτεί μερίδιο σχεδόν σ’ όλο το ελληνικό έδαφος. Βέβαια η νήσος Κρήτη θα είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για το άμεσο μέλλον, αφ’ ότου η Τουρκία έχει επεκτείνει την ΑΟΖ μέχρι τη Λιβύη, παραβιάζοντας την Ελληνική ΑΟΖ. Σ’ ότι δε αφορά τον East Med η μελέτη που έχει αναλάβει η ΕΕ αναμένεται να ολοκληρωθεί, προκειμένου να ληφθούν οριστικές αποφάσεις, παρά τις αντιρρήσεις της Αμερικής, είπε ο ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, Ζοζέπ Μπορέλ, απαντώντας στην ερώτηση της αντιπροέδρου του ΕΚ, Εύας Καϊλή.
Τελευταία η Ελλάδα εγκαινίασε το νέο τέρμιναλ φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη που, μαζί με τον σταθμό στη Ρεβυθούσα καθιστούν ενεργειακή πύλη της ΝΑ Ευρώπης την Ελλάδα. Η χώρα αποσκοπεί όχι μόνο να καλύψει στο άμεσο μέλλον τις ανάγκες της αλλά και να γίνει το κέντρον διανομής ενέργειας στην Ευρώπη.
Μετά την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ η Αθήνα αποτιμά θετικά τις επαφές στην Ουάσινγκτον και θεωρεί πως η χώρα βγαίνει αναβαθμισμένη μετά τη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον αμερικανό πρόεδρο Μπαϊντεν και την ιστορική ομιλία στο Κογκρέσο. Τα αποτελέσματα των επαφών καλύπτουν πλήρως τις ελληνικές προσδοκίες, με κυβερνητικές πηγές να διαπιστώνουν πλήρη σύμπλευση απόψεων -ιδιαίτερα στην ανάγκη αποτροπής επιθετικών ενεργειών από Τουρκία . Αξίζει να σημειωθεί ότι η προάσπιση των εθνικών θέσεων δεν έγινε διά του τετριμμένου υποδείγματος της ελληνικής διαμαρτυρίας κατά της Τουρκίας αλλά με τέτοιο τόπο ώστε να προβάλλεται ο νέος ηγετικός ρόλος που διαδραματίζει η Ελλάδα.
Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τους δυτικούς συμμάχους, υιοθετώντας μια εντυπωσιακά επιθετική πολιτική έναντι της Ρωσίας. Ο κ. Μητσοτάκης καθιέρωσε μία καθαρή πολιτική και ρητορική επί του θέματος, αποφεύγοντας διφορούμενες δηλώσεις και αμφίβολες πολιτικές θέσεις. Βέβαια παραμένει το θέμα πως η Ελλάδα θα ανταλλάξει αυτήν την «αφοσίωση» στις Δυτικές δυνάμεις, των οποίων η ρητορική και η πολιτική δεν είναι και τόσο καθαρή προς την Ελλάδα. Για παράδειγμα η Αμερική υπογραμμίζει μεν την ελληνοαμερικανική στρατηγική σχέση, αλλά από την άλλη προωθεί ίση απόσταση από την Τουρκία. Υπ’ αυτές τις συνθήκες τα τουρκικά μαχητικά εξακολουθούν να παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο κα να αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία, και η Αθήνα από την πλευρά της εφαρμόζει ένα φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραμμα, που αποσκοπεί στην ενδυνάμωση των ενόπλων της δυνάμεων για την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία συμπεριφέρεται στην εξωτερική της πολιτική σαν περιφερειακή δύναμη, επιδεικνύοντας ευκαμψία και προσαρμογή. Στο ουκρανικό μέτωπο κατόρθωσε να γίνει προνομιούχος συνομιλητής και χρήσιμος μεσάζων μεταξύ των αντιμαχομένων. Η Τουρκία απέφυγε να ευθυγραμμιστεί με τους Νατοϊκούς συμμάχους της στις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, και από την άλλη συνεχίζει να εφοδιάζει την Ουκρανία με σύγχρονο οπλισμό και πυρομαχικά, βέβαια με το αζημίωτο. Αλλά παρ’ όλες τις προσεγγίσεις της Τουρκίας προς τη Ρωσική Ομοσπονδία, το να την αποκαλεί κανείς σύμμαχο της Ρωσίας είναι θεμελιωδώς λάθος. Ο Ερντογάν ακολουθεί μια υβριδική πολιτική έναντι της Ουκρανίας, της Δύσης και της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η ανάγκη για την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία έχει αναβαθμίσει τον ρόλο της Τουρκίας σαν πιθανού ενεργειακού κόμβου. Κοντολογίς, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αναμένεται να επιφέρει θεμελιώδεις μεταβολές στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σ’ αυτές τις συνθήκες η Τουρκία αναζητεί να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία. Μια προσεκτική ανάγνωση της τελευταίας τουρκικής αντίδρασης για την Ισραηλινή επίθεση στο Τζαμί Al Aksa δείχνει σημαντική αλλαγή στη ρητορική της Άγκυρας, που έγινε πιο ήπια ενάντια στο Tel Aviv. Επιπρόσθετα , η Τουρκία ανέλαβε την πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων της με την Σαουδική Αραβία, που είχαν πληγεί από την υπόθεση Khashoggi. O πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan αναμένεται να επισκεφθεί το Riyadh τις επόμενες εβδομάδες για επαφές στα ανώτατα επίπεδα.
Σημαντικό επίσης είναι ότι ο Erdogan συναντήθηκε με τον ηγέτη του αυτόνομου Κουρδιστάν στη περιοχή του Ιράκ, Marsour Barzani. Ο τελευταίος συνεργάζεται με τον Erdogan, επιτρέποντας στις τουρκικές δυνάμεις να διεξάγουν επιχειρήσεις εναντίον του PKK εντός του εδάφους του Ιρακινού Κουρδιστάν. Η Τουρκία πέτυχε να έχει την συναίνεση της Ιρακινής κυβέρνησης και της Κουρδικής της περιοχής, που δεν αντιδρούν στις τουρκικές επιχειρήσεις στο Βόρειο Ιράκ εναντίον Κούρδων εξτρεμιστών. Και ας μη ξεχνάμε ότι το PKK και η Κουρδική αντίσταση είναι μια σοβαρή απειλή εναντίον της Τουρκικής εθνικής ασφαλείας από πολύ καιρό πριν, και η αντιμετώπιση της είναι βασικής σημασίας για την Άγκυρα. Το τρέχον μάλιστα έτος οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έχουν σκληρύνει τη στάση τους επί του θέματος, καθιερώνοντας το δόγμα «της καταστροφής των κούρδων εξτρεμιστών στις βάσεις τους».
Μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού της Ελλάδος Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον και την ομιλία του στο Κογκρέσο η Τουρκία κλιμακώνει τη ρητορική της εναντίον της χώρας μας, και με θρασύτητα αρνείται τις πρόνοιες του δικαίου της θάλασσας και των συνθηκών για τα νησιά του Αιγαίου. Αδίσταχτα απειλεί ανοιχτά την κυριαρχία των νησιών, αξιώνοντας αλλαγή των οριοθετήσεων που προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Σε επεισόδιο μεταξύ Ελλήνων βουλευτών και του Τούρκου υπουργού άμυνας στη διάρκεια της συνάντησης της πολιτικής επιτροπής της κοινοβουλευτικής συνέλευσης του ΝΑΤΟ στην Κωνσταντινούπολη ο Ακάρ επεχείρησε να νομιμοποιήσει τις αυθαίρετες αξιώσεις της Τουρκίας, θέτοντας θέμα χωρικών υδάτων, κυριαρχίας επί Νησιών και τρομοκρατίας από την Ελλάδα. Εσχάτως έχουμε μεταστροφή στη θέση των ευρωπαίων συμμάχων, που αντιτίθενται σ’ αυτόν τον τουρκικό παραλογισμό και τάσσονται με το δίκαιο της χώρας μας.
Το δικό μας πρόβλημα, σε συνδυασμό με την νέα τουρκική πρόθεση εισβολής στη Συρία, τα εμπόδια στην ενταξιακή πορεία Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, οι σχέσεις με τη Ρωσία, ακόμα και το θέμα των ουκρανικών σιτηρών έχουν εξοργίσει τον αμερικανικό παράγοντα και έχουν ανακόψει και την τάση που έχει δημιουργηθεί για ενδεχόμενη αναβάθμιση των τουρκικών αεροπλάνων F-16.
Η χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης της Τουρκίας επιδέξια αναποδογυρίζεται από την κυβέρνηση της, αλλά γεγονός είναι ότι ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός και η τουρκική λίρα πολύ αδύνατη. Οι τουρκικές αρχές συνεχίζουν α παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ελευθερία των μέσων επικοινωνίας και τις δημοκρατικές αρχές. Οι συλλήψεις των πολιτικών αντιπάλων, των δημοσιογράφων και των λοιπών ακτιβιστών είναι κοινή πρακτική. Η Τουρκία δεν θα έπρεπε να θεωρείται δημοκρατία, αλλά μάλλον μία «υβριδική δημοκρατία», αφού ο πρόεδρος της εφαρμόζει αυταρχικές πρακτικές τόσο στο εσωτερικό όσο και στις σχέσεις με τους συμμάχους της.