Γράφει ο Γιώργος Γκορέζης
Ο φεμινισμός στις ημέρες μας δίνει έμφαση στη βιολογική διαφορά και παρουσιάζει τη γυναίκα σαν θύμα της κοινωνίας. Ο φεμινισμός αυτός της θυματοποίησης της γυναίκας παρουσιάζει τον άνδρα στο ρόλο του εξουσιαστή – βασανιστή. Είναι ένα είδος νέου φεμινισμού, που όμως έχει πάρει λάθος δρόμο, υποστηρίζει παλιές απόψεις και οδηγεί σε οπισθοδρομικό πουριτανισμό.
Το θέμα δεν αφορά μόνο το άλλο μισό, αλλά το σύνολο του ουρανού που μας περιβάλλει, με τα φωτεινά του σημεία αλλά και τις πολλές γκρίζες του ζώνες. Επιρρεπής σε μυθεύματα και παράδοξα , όπως και σε καθησυχαστικά και τακτοποιημένα μέσα στην επαναστατικότητα τους οράματα, ο φεμινισμός προσφέρεται για συνεχή κρίση και επαναξιολόγηση.
Όλοι οι σοβαροί κοινωνιολόγοι παραδέχονται ότι κάτι δεν πάει καλά σήμερα με τους άνδρες και τις γυναίκες. Η σεξουαλική διαφοροποίηση γίνεται όλο και πιο δυσδιάκριτη, και τα περί ισχυρού ανδρός στερεότυπα κατακρημνίζονται. Οι πιο « αρρενωπές » σήμερα γυναίκες και οι πιο « θηλυκοί » άνδρες έχουν δυσχέρεια στην οικοδόμηση μιας ταυτότητας στη βάση των παραδοσιακών στερεοτύπων, που είχαν κάποτε τη χάρη να είναι ξεκάθαρα.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια το παγκόσμιο φεμινιστικό ρεύμα, σε πλήρη αντιστοιχία με την παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, κάνει αισθητή την παρουσία του στα αριστερά και τα δεξιά κόμματα, προωθώντας δύο βασικές προτάσεις : Ότι οι γυναίκες είναι θύματα των ανδρών και χρειάζονται προστασία. Ότι οι γυναίκες έχουν ουσιαστικές διαφορές από τους άνδρες και η ισότητα των δύο φύλων απαιτεί τη συνειδητοποίηση αυτής της διαφοράς.
Αυτές οι δύο αρχές θριαμβεύουν και σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, και σκιαγραφούν ένα μοντέλο σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων. Συνιστούν μια άποψη για την ισότητα, της οποίας τις συνέπειες πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν. Και δεν πρέπει να αυταπατόμαστε. Οι σχέσεις ανδρών και γυναικών δεν έχουν καθόλου προοδεύσει τα τελευταία χρόνια. Τουναντίον το περιεχόμενο της διαμάχης έχει χειροτερεύσει. Τα δύο φύλα θεωρούν ότι το ένα είναι θύμα του άλλου, με τη διαφορά ότι οι γυναίκες μιλούν ανοιχτά ενώ οι άνδρες μουρμουρίζουν.
Οι γυναίκες βλέπουν διαρκώς την άνιση κατανομή εξουσιών και καθηκόντων. Και οι άνδρες αισθάνονται απογυμνωμένοι από κάθε ιδιαιτερότητα και αποδέκτες αντιφατικών προσδοκιών. Τους ζητούν να διατηρήσουν τις αρετές των παππούδων τους ( προστατευτική δύναμη, θάρρος, αίσθηση των ευθυνών ) και παράλληλα να αποκτήσουν εκείνες των γιαγιάδων τους ( κατανόηση, τρυφερότητα, συμπόνια ). Μια πλήρης σύγχυση της ταυτότητας των ανδρών, έναντι γυναικών που συμπεριφέρονται σαν άνδρες του παρελθόντος, επιβάλλοντας δηλαδή τη θέληση τους.
Ο φεμινισμός όπως αναπτύσσεται τελευταία δημιουργεί ιδεολογία, και επιβάλλει τον τρόπο σκέψης του σε ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, και τους προστατευτικούς του νόμους στις πολιτικές συλλογικές αποφάσεις ( ισότιμη εκπροσώπηση στην πολιτική ή το πατρώνυμο κ.λ.π.). Αν προσθέσουμε το γεγονός ότι όλοι αυτοί οι νόμοι είχαν τη μεγάλη στήριξη των ΜΜΕ δημιουργείται η αίσθηση στο άλλο στρατόπεδο ότι οι γυναίκες δεν είναι και τόσο αδύναμα θύματα, όσο τους αρέσει να λένε. Και αν ακόμα αγνοήσει κανείς το επικείμενο τέλος των αβάσιμων προνομίων τους, η καταστολή των ηθών που αφορούν στη σεξουαλική συμπεριφορά, και η διάχυτη αίσθηση συλλογικής ενοχής του ανδρικού φύλου, γίνονται όλο και λιγότερο ανεκτά από τους άνδρες.
Τελευταία στατιστικά στοιχεία δείχνουν τους άνδρες να δυσανασχετούν και να εκφράζουν τη δυσφορία τους έναντι των γυναικών, τις οποίες θεωρούν τις μεγάλες νικήτριες των τελευταίων τριάντα ετών. Παροπλισμένοι, αποπροσανατολισμένοι, γεμάτοι πικρία και ανησυχία, οι άνδρες φαντάζονται μια μελλοντική ζωή όπου θα είναι αντικείμενα, ευνούχοι, άχρηστοι-ακόμα και στο θέμα της αναπαραγωγής. Και αυτό αποδεικνύει ότι η ρητορική της θυματοποίησης των γυναικών χρησιμοποιείται προς λάθος κατεύθυνση. Και ότι θα ήταν καλύτερα οι γυναίκες να είχαν αγωνιστεί σε όλους τους τομείς, στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, εκεί όπου υφίστανται ανισότητες. Να είχαν κατέβει στους δρόμους για να καταγγείλουν αυτές τις ανισότητες, αντί να βάζουν τους άνδρες στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Οι μεγάλες νίκες της δεκαετίας του 70 και η άνοδος της αριστεράς στην εξουσία είχαν κατενθουσιάσει τις γυναίκες. Μέσα σε χρόνο λιγότερο από είκοσι χρόνια οι φεμινίστριες είχαν να επιδείξουν πραγματικό θρίαμβο. Η μαζική είσοδος των γυναικών στους χώρους εργασίας άνοιγε τις πόρτες της ανεξαρτησίας, και η γυναίκα μπορεί πλέον να εγκαταλείψει τον άνδρα που δεν ανέχεται. Ο αριθμός των διαζυγίων αυξάνεται συστηματικά και ο παραδοσιακός γάμος χάνει το περιεχόμενο του. Με την αντισύλληψη και την άμβλωση οι γυναίκες της Δύσης βρέθηκαν να κατέχουν μια άνευ προηγουμένου εξουσία στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η επανάσταση αυτή σήμαινε το τέλος της πατριαρχίας. Και επανέρχονται ασταμάτητα τα ονόματα των γυναικών εκείνων που είχαν κατακτήσει για πρώτη φορά ανδρικά εδάφη. Από την πρώτη γυναίκα που μπήκε πρώτη στην πολυτεχνική σχολή ως την πρώτη πιλότο πολεμικού αεροσκάφους, δημιουργείται η αίσθηση ότι επιχειρείται να ανατραπεί ο ορισμός των φύλων. Η εικόνα της γυναίκας γινόταν πιο ανδροπρεπής, και επιτέλους άλλαζαν οι ρόλοι. Αυτή η ανατροπή ήταν σίγουρα πηγή πολύτιμης ενέργειας για τη γυναίκα, που επιτέλους όλα όσα ήταν του ανδρός είναι τώρα δικά της, αλλά όσα ήταν δικά της δεν ήταν δικά του. Είναι το νέο κύμα αμερικανόφερτου φεμινισμού, που πρέσβευε ουσιοκρατικές, αποσχιστικές απόψεις, που δημιουργούσαν ένα αντιπαραθετικό δυϊσμό των φύλων. Αδιάφορη, αλλά για πολύ λίγο, έναντι του νέου κύματος παρέμεναν οι ελληνίδες της περιφέρειας, που ονειρεύονταν μια ειρηνική σχέση με τους άνδρες της ζωής τους : τους πατέρες, τους συζύγους, τους εργοδότες και όλους τους άλλους.
Ωστόσο δεν ζούμε την εποχή των θριαμβευτικών κατακτήσεων σε ότι αφορά την οικογενειακή και επαγγελματική ζωή. Εδώ και είκοσι χρόνια τίποτε δεν έχει αλλάξει πραγματικά. Οι γυναίκες, παράλληλα με τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις, συνεχίζουν να ασχολούνται με τα τρία τέταρτα των οικογενειακών και οικιακών υποχρεώσεων. Και αυτή η απαισιόδοξη διαπίστωση ενισχύθηκε στις μέρες μας από τη σκληρότητα της οικονομικής κρίσης. Εκατομμύρια άνδρες, και αναλογικά, ακόμα περισσότερες γυναίκες γνωρίζουν την ανεργία. Η κοινωνία έγινε εσωστρεφής και πολλές μητέρες δύο παιδιών, κυρίως οι πιο αδύναμες οικονομικά, γυρίζουν στα σπίτια τους μέσω ενός ημιμόνιμου μισθού.
Η ισότιμη εκπροσώπηση στην πολιτική που κάνει λόγο για ισότητα στη διαφορά είναι βραδυφλεγής βόμβα. Πολύ γρήγορα η διαφορά υπερεκτιμάται, και η ισότητα σχετικοποιείται. Η διαφορά των φύλων είναι γεγονός, αλλά δεν προδιαθέτει για ρόλους και αξιώματα. Αλλά και δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσουμε άνδρες και γυναίκες ως δύο σύνολα με διαφορετικά συμφέροντα και να αγωνιζόμαστε για την εξίσωση των ρόλων, που ως τόσο αποτελεί το μόνο δρόμο για την ισότητα των φύλων. Περισσότεροι βρεφονηπιακοί σταθμοί και καλύτερες δυνατότητες φύλαξης των παιδιών στο σπίτι προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες στην ισότητα από ότι όλοι οι λόγοι υπέρ της ισότιμης εκπροσώπησης στην πολιτική. Όπως και η πατρική άδεια, που σηματοδοτεί συμβολικά το γεγονός ότι η συμφιλίωση ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής δεν αφορά μόνο τη μητέρα.
Δεν πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας σε ασπρόμαυρο τρόπο σκέψης και σε αυτονόητες βεβαιότητες, αλλά να εμβαθύνουμε στα πράγματα. Τα στερεότυπα του παρελθόντος στις σχέσεις των δύο φύλων μας περιορίζουν, αλλά και μας εξασφαλίζουν. Η σημερινή καταρράκωση τους προκαλεί δικαιολογημένη ανησυχία. Πολλοί άνδρες βλέπουν σε αυτό την μείωση του ρόλου τους και οι γυναίκες με τη σειρά τους πληρώνουν το τίμημα γι’ αυτό. Άλλες μπαίνουν στον πειρασμό να απαντήσουν με την εγκαθίδρυση μιας νέας ηθικής τάξης. Και το ένα και το άλλο είναι μια παγίδα για όλους, στην οποία δεν πρέπει να πέσουμε.-
O Γιώργος Γκορέζης είναι Υποστράτηγος ε.α., αρθρογράφος, συγγραφέας