Το ΕΣΥ αντέχει... ο Έλληνας ασθενής πόσο ακόμη θα αντέχει;
…μπορεί η ΠΦΥ;
Γράφει ο Υπτχος ε.α. (ΟΙΚ) Αθανάσιος Πάσχου
Η πανδημία δύο χρόνια μετά την εμφάνισή της είναι ακόμα σε έξαρση με την ελπίδα και ευχή όλων, η παραλλαγή «OMICRON» να είναι η αρχή του τέλους της.
Από την έναρξη πανδημίας μέχρι σήμερα (11η Ιαν) ο ΕΟΔΥ καταγράφει συνολικά: 21.559 θανάτους, εξελθόντες από τις ΜΕΘ 3.844 ασθενείς.
Πολύ μεγαλύτερος είναι ο αριθμός όσων νόσησαν, νοσηλεύτηκαν εκτός ΜΕΘ σε απλούς θαλάμους ή κατ΄ οίκον και «θεραπεύτηκαν». Οι χιλιάδες αυτοί ασθενείς αποτελούν μια νέα ειδική ομάδα πληθυσμού. Όσοι δεν ιάθηκαν πλήρως παρουσιάζουν συμπτώματα και επιπλοκές που χρήζουν «εν συνεχεία ιατρικής φροντίδας» για μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα και αναλόγως της σοβαρότητας της κάθε περίπτωσης.
Χωρίς να υπεισέλθουμε σε ιατρικούς όρους εξετάζουμε στο παρόν άρθρο, πολιτικά, θεσμικά και οικονομικά, το νέο αυτό «κοινωνικό δεδομένο» που πρέπει να απασχολήσει τους αρμοδίους κυβερνητικούς φορείς, προβαίνοντας από τη μεριά μας σε ενδεικτικές προτάσεις έγκαιρης πολιτικής και θεσμικής παρέμβασης.
Έχουν ήδη εκδοθεί συγκεκριμένες οδηγίες και μελέτες από διεθνείς οργανισμούς και ινστιτούτα για τις φάσεις παρακολούθησης και θεραπείας που έπονται της λοίμωξης. Έτσι δημιουργήθηκε ένας νέος όρος για τη μετά Covid περίοδο, γνωστός ως «Long ή Post Covid-19 Syndrome».
Βάσει μελετών ΗΠΑ, ΕΕ, Ελλάδας, το σύνδρομο Post Covid-19 εμφανίζεται συχνότερα σε νοσηλευθέντες ασθενείς, ωστόσο μπορεί να εμφανίζεται και σε μη νοσηλευθέντες. Προσβάλλει πολλά συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού και είναι αναγκαία η συνεργασία πολλών ιατρικών ειδικοτήτων για την αντιμετώπιση των επιπλοκών, που κυρίως είναι: αναπνευστικές, καρδιαγγειακές, νεφρικές, ενδοκρινικές, νευροψυχιατρικές, αιματολογικές.
Το ΕΣΥ αντέχει ;
Οι ασθενείς του συνδρόμου post covid-19 είναι αναγκασμένοι, σε τακτική βάση, να παρακολουθούνται ιατρικά και να υφίστανται, ανάλογα με τη σοβαρότητα, πολυδάπανες εργαστηριακές, απεικονιστικές και κλινικές εξετάσεις ή θεραπείες σε ειδικά κέντρα αποκατάστασης. Η φροντίδα των ασθενών αυτών γίνεται κατά το πλείστον στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ αλλά και σε εξειδικευμένα ιδιωτικά θεραπευτήρια όπου λίγοι έχουν την οικονομική δυνατότητα πρόσβασης.
Αντέχει το ΕΣΥ, εν μέσω της νέας έξαρσης «Omicron» και τον φόρτο από τους χιλιάδες Post-Covid νέους ασθενείς που καθημερινά προστίθενται; Είναι έτοιμη η πολιτεία να αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα; Υπάρχει θεσμικό πλαίσιο διαχείρισής-κάλυψης δαπανών από ΕΟΠΥΥ;
Είναι πασιφανές ότι το Σύστημα Δημόσιας Υγείας έχει πιεστεί σημαντικά από την πανδημία. Το υγειονομικό προσωπικό που έφερε όλο το βάρος, ξεπέρασε τα όρια αντοχής του, βρίσκεται σε συνεχή κόπωση και είναι αξιοθαύμαστη η ανθεκτικότητα που επέδειξε, παρά του ότι τα αρχικά συγχαρητήρια από κοινωνία και κυβερνητικούς φορείς μετατράπηκαν εν πολλοίς, σε αυστηρές υποδείξεις, επισημάνσεις και επικρίσεις.
Όσο και αν ενισχύθηκε με προσωπικό το Σύστημα Υγείας, δεν καλύφθηκαν οι απαιτήσεις. Αν λάβουμε δε υπόψη τις συνταξιοδοτήσεις και τις αναστολές εργασίας μη εμβολιασμένων υγειονομικών, έχουμε πάνω-κάτω, το ίδιο ισοζύγιο στελέχωσης στα προ-πανδημίας επίπεδα. Πόσο μάλλον όταν στο 5ο αυτό κύμα της πανδημίας λόγω της υψηλής μεταδοτικότητας της «Omicron» μεγάλος αριθμός υγειονομικών νοσεί και προσωρινά απέχει των καθηκόντων του.
Με τα δεδομένα αυτά οι πολυάριθμοι εν δυνάμει ασθενείς του συνδρόμου post covid-19, δεν είναι σκόπιμο να οδηγούνται ξανά στα Νοσοκομεία για παρακολούθηση και θεραπεία. Πρέπει επιτέλους τα νοσοκομεία να αφοσιωθούν αποκλειστικά στο έργο της Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Νοσηλείας, διακόπτοντας σταδιακά την παροχή υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας που αποπροσανατολίζει το κύριο έργο τους.
Προτάσεις
Προτείνεται να δημιουργηθεί, ή καλύτερα να ανασυνταχθεί άμεσα η πολυσυζητημένη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) που εκ των πραγμάτων είναι το πλέον αρμόδιο σύστημα για να διαχειριστεί όλο αυτό το νέο πλήθος των post covid-19 ασθενών, ελαφρύνοντας ταυτόχρονα και την ανάλογη πίεση στα Νοσοκομεία. Άλλωστε «δεν κομίζουμε Γλαύκα εις Αθήνας», όταν στη δυτική Ευρώπη εφαρμόζεται από χρόνια ένα αξιοπρεπές σύστημα ΠΦΥ, και ο θεσμός του Οικογενειακού Ιατρού, που αποτελεί την «Πύλη» εισόδου στα δημόσια νοσοκομεία.
Οι υγειονομικοί που αποσπάστηκαν από τα Κέντρα Υγείας στα Νοσοκομεία για τις ανάγκες της πανδημίας, θα πρέπει να επιστρέψουν στην ΠΦΥ που επιβάλλεται να ενισχυθεί με νέες προσλήψεις ιατρών και ανανέωση του ιατροβιολογικού εξοπλισμού. Ας μην ξεχνάμε ότι με την κατάργηση των ιατρείων ΙΚΑ το 2014 και την αποχώρηση 2000 περίπου ιατρών, μέχρι σήμερα ο τομέας της ΠΦΥ αφέθηκε σχεδόν στην τύχη του και δεν λειτούργησε ο θεσμός του «οικογενειακού ιατρού» που επαγγέλθηκαν διάφορες Ελληνικές κυβερνήσεις.
Επομένως χρειάζεται πολιτική βούληση και σχέδιο από την κυβέρνηση για :
Α. Άμεση αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό της ΠΦΥ και διοικητικό-οργανωτικό επανασχεδιασμό που να καλύπτει όλη την επικράτεια, αστικές και αγροτικές περιοχές, με γενναίες προσλήψεις ιατρών, με όμοιες απολαβές και κίνητρα όπως αυτά των νοσοκομειακών ιατρών.
Β. Θέσπιση ή και συμπλήρωση του αναγκαίου θεσμικού πλαισίου για την κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ των πάσης φύσεως ιατρικών εξόδων των ασθενών του συνδρόμου post covid-19 σε ιδιωτικά θεραπευτήρια και σε κέντρα αποκατάστασης.
Συμπέρασμα
Το θέμα της ΠΦΥ είναι ένα σοβαρό πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα, αφορά όλο τον πληθυσμό και επιβάλλεται να ενσκήψουν οι κυβερνώντες για την επανίδρυσή του διαθέτοντας τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους, αξιοποιώντας αναλόγως το «Ταμείο Ανάκαμψης» και το «Νέο ΕΣΠΑ 2021-2027».
Αδήριτη εμφανίζεται η ανάγκη μιας «εκ βαθέων» επανασχεδίασης του ΕΣΥ από μηδενική βάση σύμφωνα με τις αδυναμίες και ελλείψεις που ανέδειξε η πανδημία όσον αφορά στην οργάνωση, στελέχωση και λειτουργία των Νοσοκομείων.