Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών οι τουρκικές προκλήσεις και απειλές κλιμακώνονται ΄΄ επί τα χείριστα ΄΄ με όλο και ποιο συχνές αναφορές στη ΄΄ γαλάζια Πατρίδα΄΄ και την απειλή ΄΄ θα έλθουμε ξαφνικά ένα βράδυ…΄΄ κλπ. Τόσο από την Κυβέρνηση όσο και από την Στρατιωτική Ηγεσία μας η απάντηση στις απειλές αυτές είναι σαφής και κατηγορηματική. Συνοψίζεται στην αταλάντευτη απόφαση ότι: ΄΄ Η παραμικρή παραβίαση της Εθνικής μας Κυριαρχίας ή κυριαρχικού μας δικαιώματος θα πυροδοτήσει την γενική αντίδραση της Ελλάδος από τον Έβρο μέχρι τη Μεγίστη ( Καστελόριζο). Δηλαδή η πρόκληση θα απαντηθεί συνολικά από την ελληνική πλευρά και η κλιμάκωση θα πυροδοτήσει έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο, που είναι βέβαιο ότι η Τουρκία και οι σύμμαχοί μας στο ΝΑΤΟ δεν επιθυμούν, σε αντίθεση βέβαια με τη Ρωσία. Η έννοια της σημειακής κρίσης και του τοπικού θερμού επεισοδίου δεν υφίσταται πλέον για την ελληνική πλευρά.
Με την ανάληψη των καθηκόντων του ο Α/ΓΕΕΘΑ στις 22 Ιαν 2020 τονίζει: << Βασική και προεξάρχουσα αποστολή είναι η αποτροπή. Δεν υπάρχουν πολλές συνταγές γι’ αυτό. Είναι μία και είναι απλή,….. ονομάζεται «προς πόλεμο προπαρασκευή» και είναι η μοναδική οδός για τη διαρκή ειρήνη,…». Θα συμπλήρωνα, για την αξιοπρεπή ειρήνη , καθ΄ όσον υφίσταται και ΄΄ η ειρήνη δια της υποχωρητικότητος και της υποτέλειας προς αυτόν που απειλεί΄΄ , η λεγόμενη ΄΄ Φινλανδοποιημένη ειρήνη ΄΄.
Πως ΄΄ κτίζεται ΄΄ όμως η αποτροπή και ποιες οι απαιτήσεις της ΄΄ προς πόλεμο προπαρασκευής΄΄ έναντι της τουρκικής απειλής. Η λεπτομερής ανάλυση των όρων αυτών εκφεύγει από τον σκοπό αυτού του κειμένου και έχει θεωρητική μόνο αξία. Στην πράξη όμως πολύ συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε, ότι η αξιόπιστη αποτροπή για την Ελλάδα είναι να πεισθεί ή να απειληθεί η τουρκική πλευρά ότι το πιθανό όφελος που προσδοκά από την ανάληψη μιας επιθετικής ενεργείας σε βάρος της Ελλάδος, θα είναι πολύ μικρότερο του κόστους που θα έχει. Ένα κόστος το οποίο σε συνδυασμό και με τα εσωτερικά της προβλήματα όπως το κουρδικό, η οικονομία κλπ, θα μπορούσε να στοιχίσει και τη διακύβευση της κρατικής της οντότητος. Κατόπιν αυτού η αποτροπή, που είναι μια από τις βασικές στρατηγικές αποστολές των Ενόπλων Δυνάμεών μας, στηρίζεται στην πειστική απειλή προς την Τουρκία για να μην αποτολμήσει να προβεί σε οιονδήποτε επιθετικό εγχείρημα έναντι της εθνική μας κυριαρχίας ή κυριαρχικού μας δικαιώματος.
Εύλογα συνάγεται από τα παραπάνω ότι δύο είναι οι βασικοί παράγοντες της επιτυχίας της αποτρεπτικής μας στρατηγικής:
Πρώτον, η αποφασιστική, αδιαπραγμάτευτη και σαφέστατη ως προς τις ΄΄ κόκκινες γραμμές΄΄ στάση μας σε κάθε πρόκληση.
Δεύτερον, η απόδειξη όχι μόνο με δηλώσεις αλλά κυρίως με ενέργειες προς κάθε κατεύθυνση, Τουρκία, συμμάχους, διεθνείς οργανισμούς και κυρίως ΕΕ, ΝΑΤΟ, ότι η Πατρίδα μας έχει την ικανότητα, τη βούληση και την ανάλογη προς πόλεμο προπαρασκευή για να κάνει πράξη τις προειδοποιήσεις της, ώστε ο καθ΄ ένας να αναλάβει τις ευθύνες του και τα μέτρα του.
Πως όμως η αποφασιστικότητα, η ικανότητα και η βούληση των ηγεσιών μας για εφαρμογή μια αποτρεπτικής στρατηγικής θα έχουν ουσία και ρεαλισμό και δεν θα μείνουν σε δηλώσεις και ρηματικές διακοινώσεις; Αυτό θα γίνει μόνο όταν οι πολιτικές ηγεσίες με ομοψυχία, με ρεαλισμό και επαγγελματισμό προετοιμάσουν τόσο τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, όσο και την Κοινωνία για το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε πόλεμο με την Τουρκία και αυτό δεν θα είναι μακρινό ενδεχόμενο, αν η διπλωματία και οι πολιτικοί χειρισμοί σε διεθνές επίπεδο αποτύχουν.
Εισαγωγικά θα πρέπει να πούμε ότι η προς πόλεμο προπαρασκευής της Πατρίδος μας θα πρέπει τόσο από πλευράς των Πολιτικών Ηγεσιών όσο και από πλευράς Κοινωνίας, να συνδεθεί με τις έννοιες της Πίστεως, της Πατρίδος, της Ελευθερίας, της Εθνικής Αξιοπρέπειας, των επιταγών της Ιστορίας του Έθνους, των θυσιών των προγόνων μας στα πεδία των μαχών κλπ. Όσο η έννοια της προς πόλεμο προπαρασκευής και της ασφάλειας της χώρας συνδέεται με όρους οικονομικούς, πληθωρισμού, κόστους ζωής, ποιότητας ζωής, ακρίβειας αγαθών κλπ, θα είμαστε καταδικασμένοι πολύ σύντομα από ελεύθερη και ανεξάρτητη χώρα, να γίνουμε χώρος, που πήρε τον ασφαλέστερο δρόμο για τον αφανισμό του.
Αυτή η πραγματικότητα όφειλε να έχει ήδη διαλύσει διάφορους μύθους της μεταπολίτευσης, οι οποίοι, στοχεύοντας στη δικαιολόγηση της αδράνειας, διαβεβαίωναν ότι δεν πρόκειται να γίνει πόλεμος ή, εάν γίνει, θα διαρκέσει λίγες ώρες ή µέρες, μέχρι να παρέμβει ο παντοδύναμος «διεθνής παράγων» για να τον σταματήσει. Η δηµοφιλία αυτής της καθησυχαστικής μυθολογίας εντασσόταν στη γενικότερη πολιτική του κατευνασμού. Μιας και όλες οι προηγούμενες κρίσεις µε την Τουρκία δεν οδήγησαν στη διάλυση αυτών των μύθων, ελπίζουμε να συμβεί αυτό σήμερα, µε τον πόλεμο στην Ουκρανία, η διάρκεια του οποίου παρά τις όποιες προβλέψεις για το αντίθετο, συμπληρώνει 1 χρόνο από την έναρξή του και ακόμη δεν φαίνεται προοπτική τερματισμού του
Ως προς την προετοιμασία προς πόλεμο των Ενόπλων μας Δυνάμεων, μετά από μια μακρά περίοδο, περισσότερο από μια 10ετία, απαξίωσης και εγκατάλειψης του προσωπικού και του υλικού με πρόφαση την οικονομική μας δυσπραγία, θα πρέπει οι πολιτικές ηγεσίεςνα αναθεωρήσουν και ναανανοηματοδοτήσουν τον τρόπο που αντιλαμβάνονται την μαχητική ισχύ της χώρας. Συνοπτικά να τονίσουμε ότι οι εξοπλισμοί αναμφίβολα αποτελούν βασικό στοιχείο της μαχητικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων και στέλνουν ηχηρό μήνυμα αποτροπής στους ΄΄ καλούς μας γείτονες΄΄ . Δεν είναι όμως ο μόνος και ο ουσιαστικότερος παράγοντας που αξιολογείται και πείθει για την προς πόλεμο επάρκειά των Ε.Δ μας.Ο σημαντικότερος παράγοντα της μαχητικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων κάθε χώρας είναι το ανθρώπινο δυναμικό το οποίο χειρίζεται τα οπλικά συστήματα και αξιοποιεί ή όχι τις τεχνικές τους δυνατότητες. Δεν φοβάται τόσο τα όπλα μας η Τουρκία , όσο την ΄΄καρδιά΄΄ του Έλληνα μαχητή και αυτή πρέπει η Πολιτεία να κρατήσει ζεστή.
Οι ποιοτικοί συντελεστές όμως του ανθρωπίνου δυναμικού που στοχεύουν στην στρατιωτική του παιδεία δεν΄΄ αγοράζονται΄΄. ΄΄Κτίζονται ΄΄ μέρα με τη μέρα με προοπτική, προγραμματισμό, πολύ κόπο, ενθάρρυνση, έμπρακτη και ιδιαίτερη αναγνώριση και ενδιαφέρον από την Πολιτεία για το ιδιαίτερο, δύσκολο και επίπονο έργου τους, Έτσι το προσωπικό των Ε.Δ. θα διατηρεί υψηλό ηθικό και φρόνημα, πίστη και αγάπη για την Πατρίδα και θα αποπνέει υπερηφάνεια διότι υπηρετεί την ασφάλεια της Πατρίδος. Ταυτόχρονα θα αναπτύσσει ομαδικό και θυσιαστικό πνεύμα για την επιτυχία της αποστολής του και ενσυνείδητα θα υφίστανται την σκληρή και ρεαλιστική στρατιωτική εκπαίδευση που θα ανατροφοδοτεί την αυτοπεποίθησή του για την Νίκη. Μελέτες και προτάσεις τεκμηριωμένες και κοστολογημένες υπάρχουν και υποβάλλονται συνεχώς επ΄ αυτών από την Στρατιωτική Ιεραρχία προς την πολιτική ηγεσία και την Κυβέρνηση.
Ώτα ακουόντων όμως υπάρχουν;